Έχω έναν μπάρμπα μέσα μου, που με σταματάει…

Τα ρούχα του παλιά και βρώμικα.  Ξεθωριασμένα.
Χαρακτηριστικά που άνετα θα μπορούσες να αποδώσεις και στον ίδιο.
Σκονισμένο δέρμα,  σαν από έπιπλο παρατημένο στην άκρη του δρόμου.  Θαμπό και ρυτιδιασμένο.
Πλάτη κυρτή, κουρασμένη, σαν να κουβαλάει όλο το βάρος της ύπαρξής του σ’εκείνη ακριβώς την καμπύλη…
Νύχια σιχαμένα σαν να έσκαβε μέρα νύχτα στον αποπατό του κόσμου.
Κι η μυρωδιά του…αχ αυτή η μπόχα…σαν δυσφορία και αγανάκτηση μαζί…

Ο ίδιος, τόσο παλιός όσο κι ο χρόνος. Ο δικός μου χρόνος.
Ίσως να γεννήθηκαν και μαζί.  Ίσως να βύζαξαν κι από την ίδια μάνα.
Με συντροφεύει από τα μικράτα μου…

Κάθε που έπιανε το μυαλό μου να σκέφτεται μια σκανταλιά,  έτρεχε μπρος μου,  με σταμάταγε με τα χέρια του ανοιχτά και μου φώναζε όχι! Κι εγώ λούφαζα.
Ήταν αυτός που κρυβόταν μέσα στις σκιές , όταν τεσσάρων χρονών , ήθελα να διασχίσω τον σκοτεινό διάδρομο,  ούτε δύο μέτρα μήκος , μα δεν τολμούσα.

Τότε ήταν νέος.  Ίσως και όμορφος.  Καινούργιος.

Ήταν αυτός, πάντα  μπροστά μου , όταν ξεκίναγα να εξερευνήσω τον κόσμο γύρω μου κι άλλοτε μου φωνάζε Σταμάτα κι άλλοτε με τράβαγε από το χέρι και με γύρναγε πίσω.
Τον συμπαθούσα τον μπαγάσα ,  γιατί πίστευα πως μ’αγαπούσε. Τον είχα για φίλο μου…
Αργότερα,  άρχισε να παίρνει θάρρος  και να γίνεται πιεστικός.

Μόλις πήγαινα ν’ανοίξω τα φτερά μου, θύμωνε! “Κλείσταααα!!!! ” ούρλιαζε! “Θα τσακιστείς! Δεν είναι ακόμη  δυνατά! ”

Κι εγώ  τον πίστευα και τα σφάλιζα. Κι όποτε το ‘κανα αυτό, ένιωθα να μικραίνω και να ασφυκτιώ.
Άλλοτε πάλι μ’έτρωγαν τα φτεράκια μου  κι ήθελα να τ’απλώσω…
Και τ’άπλωνα παρόλες τις φωνές του…
Κι αν πάθαινα ζημιά,  ερχόταν με ικανοποίηση , κολλούσε το μούτρο του πάνω στο μέτωπο μου και μου λεγε “καλά να πάθεις! ”

Κάπου εκεί κατάλαβα, ότι ο τύπος δεν ήταν και πολύ καλός.  Ίσως και να μην μ’αγαπούσε όπως νόμιζα.
Κι άρχισα να δοκιμάζω να τεντώνομαι συχνότερα και να κάνω ότι δεν τον ακούω όταν τσιροκοπούσε μέσα στο αυτί μου.
Μόλις ξεκινούσα κάτι που ήθελα πολύ,  ερχόταν και μου αράδιαζε μπροστά μου, τόμους ολόκληρους με το τι μπορεί να πάει στραβά… Εικονογραφημένους και ιλουστρασιόν,  όχι τίποτα ψεύτικους και φτηνιάρικους.

Κάποιες φορές μασούσα.  Έκανα πίσω.  Μου έλεγε μπράβο,  αλλά όχι εκείνο το μπράβο που σε χορταίνει και το χαίρεσαι, αλλά το άλλο ,  το ψεύτικο,  το υποκριτικό,  το πονηρό.
Μίκραιναν τα μάτια του, όταν το πρόφερε, παρέα με το απαίσιο μικρό χαμογελάκι στο στόμα του και τις άκρες τον χειλιών του άλλοτε να στέκουν στην ευθεία κι άλλοτε να τραβιούνται προς τα κάτω.
Όχι , δεν είχε καθόλου χαρά αυτό το μπράβο , είχε απειλή και σκοτάδι κι αν δεν το καταλάβαινα εγκαίρως,  με τραβούσε  κι εμένα προς τα κάτω σαν να κρεμόμουνα από τις άκρες των χειλιών του.
Παραμονεύει  σε κάθε μου νέο ξεκίνημα.  Είτε πρόκειται για εκπαίδευση,  είτε για  δουλειά ,είτε για απόφαση ζωής, ακόμη και για αναψυχή…
Είναι εκεί κάθε φορά όταν βουτάω στην θάλασσα χειμώνα. ” Θα κρυώσεις καλεεεεέ!!!”
Μόνο μια φορά στα τόσα χρόνια το βούλωσε, μπήκα στο κρύο το νερό χωρίς αντίσταση κι άρχισα να τον ψάχνω τριγύρω μήπως κι έπαθε κάτι.
Είναι εκεί κάθε πρωί στην ντουζιέρα μου, σαν ξεδιάντροπος ματάκιας, να μου ψιθυρίζει “καλημέρα…δεν χρειάζεται να κάνεις κρύο ντους σήμερα αν δεν θέλεις…”
Πέρασαν κι άλλα χρόνια κι όσο τον έβαζα στην θέση του, πίσω μου και λίγα μέτρα πιο πέρα,  τολμούσα!
Κι ακόμη κι όταν έκανα λάθος, αλλά  αναλάμβανα την ευθύνη μου δίχως κλάψες, πριν καν προλάβει να μου πει “στο πα”, έμενε κι άλλο παραπίσω…
Ήτανε φορές που δεν έφτανε καν η φωνή του στ’αυτιά μου.
Κι όσο δεν του’δινα σημασία,  τόσο γερνούσε και ασχήμαινε.
Κι όταν τον άκουγα,  γερνούσα εγώ…

Έμαθε κι άλλα κόλπα με τον καιρό. Παράτησε τις εγκυκλοπαίδειες κι έπιασε να φτιάχνει ταινίες.  Τρομακτικές ταινίες που τις πρόβαλε μεσ’στο κεφάλι μου. Να μην μπορώ να ξεφύγω…
Οι τίτλοι τέλους έλεγαν με μεγάλα γράμματα: ΑΥΤΑ ΘΑ ΠΑΘΕΙΣ ΑΝ ΤΟ ΚΑΝΕΙΣ…
Όσο πιο πολύ ήθελα κάτι,  τόσο πιο τρομακτική η ταινία…
Όσο πιο πολύ τον αγνοούσα,  τόσο χειρότερος γίνονταν…

Σε κάθε εγχείρημα ήταν εκεί!
Στην απόφαση για την μετακόμιση,  στην αλλαγή πόλης και δουλειάς,  ήξερα από την αρχή ότι θα χρησιμοποιήσει κάθε βρώμικο τέχνασμα του. Και το’κανε!!! Και με το παραπάνω μαλιστα!
Εξάντλησε όλο το σιχαμερό ρεπερτόριο του.
Μέρα νύχτα ταινίες τρόμου, από τον ίδιο σκηνοθέτη και σεναριογράφο , σαν δωρεάν netflix ένα πράμα,  αλλά χωρίς κουμπί για pause…
Έμαθα να συνεχίζω πάραυτα…
Όταν τα κατάφερα δεν μου είπε ούτε ένα μπράβο…Ούτε καν αυτό το δήθεν…

Εμφανίστηκε τελευταία φορά τις προάλλες. Αποκαμωμένος,  στηριζόταν σ’ένα αυτοσχέδιο μπαστούνι, αποστεωμένος και ξέπνοος .
Ήρθε όταν ξεκίνησα την εκπαίδευση για την ελεύθερη κατάδυση.
Όταν μας ζήτησε ο εκπαιδευτής να κάνουμε την πρώτη μας στατική άπνοια.
Ήρθε δίπλα στο αυτί μου και μου ψιθύρισε σχεδόν γλυκά:” γιατί στην ευχή ήθελες να κάνεις αυτό το σεμινάριο;”
Χαμογέλασα…
Κατάλαβα ότι για να εμφανίζεται αυτός,  θα πάω κάπου πιο μακριά,  θα μεγαλώσω,  θα διευρυνθώ…
Ένιωσα προς στιγμήν ένα είδος συμπάθειας με λίγη συμπόνια… Ένας άκακος γεράκος σκέφτηκα.
Πήρε θάρρος…
Στην πρώτη μου βουτιά αναθάρρησε ,  δυνάμωσε ο σκατόγερος κι άρχισε τα παλιά του τερτίπια.  Άρχισε να τσιρίζει μέσα στο νερό,  μα έκανα εξίσωση εκείνη την στιγμή και τα τύμπανα μου απώθησαν τα λόγια του.
Οι λέξεις του, μαζί με τις φυσαλίδες, ανέβηκαν γρήγορα στην επιφάνεια της θάλασσας κι έσκασαν εκεί…
Δεν άκουσα ποτέ τι είπε…
Ίσως να άκουσαν οι γλάροι,  αλλά πέταξαν αδιάφορα μακριά του…

1 thoughts on “Έχω έναν μπάρμπα μέσα μου, που με σταματάει…

  1. Mary says:

    Οι λέξεις του, μαζί με τις φυσαλίδες, ανέβηκαν γρήγορα στην επιφάνεια της θάλασσας κι έσκασαν εκεί…Δεν άκουσα ποτέ τι είπε…

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *