Το πρόσωπο μου πονάει από τα πολλά χτυπήματα.

Το σώμα μου αδύναμο παραδίνεται να παρασυρθεί, το νερό σαν χοντρό σχοινί κατεβαίνει με βία στον γδαρμένο μου λαιμό…

Σταμάτησα να παλεύω εδώ και λίγα λεπτά, σταμάτησα να προσπαθώ να ανασάνω γιατί η ανάσα πονάει περισσότερο απ’αυτό που φοβάμαι.

Το να κρατηθώ στην ζωή, πονάει περισσότερο από το να πεθάνω.
Η αγωνία μου κράτησε πάρα πολύ και ο φόβος μου έγινε τρόμος και πανικός και τρέλα.

Βρέθηκα μεσοπέλαγα, εδώ στο τίποτα και δίχως τίποτα να θέλει να με σώσει.
Για να το γράφω, σκέφτεσαι, έχω σωθεί. Κι εγώ σου λέω είμαι ακόμη εδώ. Που είναι το εδώ δεν ξέρω…

Πως έφτασα ως εδώ;
Πίστεψα στα ψέματα. Και στον εγωισμό μου. Θα σου τον περιγράψω , μήπως τον έχεις δει κι εσύ.

Τον είδα ολοζώντανο μπροστά μου, σαν λιμοκοντόρο νεαρό που κοκορέυεται για αλλούνου φτιασίδια. Και μέσα από φανφάρες και παινέματα, ψηλώνει δέκα πόντους με δανεικά τακούνια, που δυσκολεύεται να κουμαντάρει, παρόλα αυτά στραβοπατώντας ανεβαίνει στο βάθρο της αλαζονείας, της καυχησιάς και της κομπορρημοσύνης, μονάχα για να ανακαλύψει ότι δεν έχει έρμα και στον πρώτο αέρα θα παρασυρθεί.

Και θα πρέπει να πλέξει και να υφάνει ένα καινούργιο ψέμα για να μπορέσει να σταθεί και λίγο τον λυπάμαι να σου πω και πάλι κοντοστέκομαι να τον ακούσω, μήπως και να ‘χει δίκιο…

Και πάλι με φλομώνει φούμαρα και αλλοκοτιές και πάλι τον πιστεύω και σέρνει τον χορό κι εγώ χορεύω, μέχρις ότου, ο ιδρώτας του μυρίσει απαξίωση και χασούρα.

Μέχρι να καταλάβω ότι άλλη μια φορά με γέλασε και ας τον πέρναγα για φίλο .

Τον ξεμπροστιάζω μπας και ντραπεί κι αυτός απλά αλλάζει χωρίστρα και πετάει στα πόδια μου ένα ακόμη ανυποψίαστο θύμα για να πάρει το φταίξιμο…

Παίζω πολλά χρόνια το παιχνίδι του…

Τον καταλαβαίνω πιο εύκολα πια κι αυτός έχει μάθει καινούριες απατεωνιές που τις προβάρει πάνω μου σε κάθε ευκαιρία.

Θέλω να απαλλαγώ από την αφεντιά του κι αυτός κολλάει πάνω μου σαν να’μαστε ένα. Που τελειώνει αυτός, που αρχίζω εγώ, ούτε που ξέρω.

Δέρμα κολλημένο πάνω στο δέρμα μου. Παραμορφωμένο και στρεβλωμένο σαν πολυκαιρισμένη πεποίθηση, που βρωμάει καμένο. Με ρίχνει πάλι στην φωτιά κι εγώ πηδάω στην θάλασσα για να σωθώ.

Έτσι έφτασα εδώ. Μεσοπέλαγα. Μεσοκύματα. Να με χτυπά από παντού. Έκανα πολύ δρόμο μέχρι εδώ.
Κάλλιο να θαλασσοδέρνομαι παρά να βαλτώνω στο αραξοβόλι…
Δεν γυρνάω πίσω ακόμη κι αν χαθώ.

Όχι δεν είναι ντροπή. Είναι όμως αμαρτία. Κι αμαρτία σημαίνει να χάνεις τον στόχο σου. Κι ο στόχος μου είναι εκεί μπροστά μου. Είναι να με δω ξεκάθαρα. Ακόμη μακριά, μα όλο και κοντεύει.

Λίγο θα ξαποστάσω και συνεχίζω…

Ανάσα την ανάσα…

Δεν έμεινε πολύ…

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *