Πριν χρόνια, τόσα πολλά που φαντάζουν σαν μια άλλη ζωή,
όταν η κόρη μου ήταν 11 μηνών, ο παιδίατρος με παρότρυνε να διακόψω τον θηλασμό. Γιατί όπως χαρακτηριστικά είπε μόνο οι μητέρες Ρομά θηλάζουν τα παιδιά τους μέχρι να χρονίσουν (καλά δεν το είπε ακριβώς έτσι, αλλά τότε δεν είχαμε και Σύριζα…😂) Ο γυναικολόγος μου λοιπόν, πρότεινε να πάρω εκείνο το περίφημο χάπι (που δεν θυμάμαι το όνομα του),αλλά σίγουρα όσες το έχετε πάρει θυμάστε για ποιο μιλάω.
Με προειδοποίησε ότι ίσως ζαλιστώ λίγο, ίσως μου ρίξει την πίεση. Για καλή μου τύχη, κάτι μέσα μου , μου είπε να μην το πάρω όταν θα είμαι μόνη μου με το μωράκι μου, αλλά να περιμένω μέχρι να πάω στην μαμά μου.
Θυμάμαι ακόμη την στιγμή που κάθισα στην πολυθρόνα στο καθιστικό (είχα μόλις πάρει το μισό από ένα χάπι, πιο μικρό από φακή) και έκανα πλάκα στην μαμά μου, άντε να κάτσω μην τυχόν ζαλιστώ…
Αυτό που ακολούθησε ήταν μια από τις πιο δυνατές εμπειρίες στην ζωή μου,
απ’ αυτές που όταν συμβαίνουν, ξέρεις ότι δεν θα τις ξεχάσεις ποτέ!
Σε δευτερόλεπτα άρχισα να ζαλίζομαι σε τέτοιο σημείο , που είχα τρελή ναυτία. Άρχισε να γυρίζει το δωμάτιο σαν μανιασμένο και οι τοίχοι να μετακινούνται κατά πάνω μου με τόση φόρα, που ένιωθα ότι έπρεπε να τους αποκρούσω. Έτρεξα στο μπάνιο κι άρχισα να κάνω εμετό τόσο έντονα που απλά νόμιζα ότι θα ξεριζωθεί το στομάχι μου…
Δεν έμοιαζε με καμία άλλη φορά που έκανα εμετό και σκέψου ότι μέχρι και τον πέμπτο μήνα, πέρασα πολλές ώρες πάνω από την λεκάνη.
Θα μου πεις γιατί σου το λέω αυτό τώρα. Τι σε νοιάζει; Κάνε λίγη υπομονή…
Ήταν τόσο έντονη η αναγούλα και τόσο συνεχόμενη η σύσπαση του στομάχου, που απλά δεν μπορούσα να πάρω ανάσα… προσπαθούσα απεγνωσμένα να πάρω μια εισπνοή, αλλά οι συσπάσεις στο στομάχι δεν με άφηναν, δεν είχα τίποτα να βγάλω κι ήταν απλά σαν να βουτούσε κάποιος το κεφάλι μου στο νερό και το κρατούσε εκεί… Τα πνευμόνια μου λαχταρούσαν λίγο οξυγόνο… Ένιωθα ότι πεθαίνω…(το ‘νιωσα κι άλλες φορές και είναι από ‘κεινες τις στιγμές που δεν ξεχνάς ποτέ, που θυμάσαι το κάθε τι με λεπτομέρεια, γιατί στην συνέχεια κάτι μέσα σου, δεν είναι ποτέ πια το ίδιο…)
Η μητέρα μου, πανικοβλημένη έπαιρνε τηλέφωνο, την θεία μου , τον πατέρα μου, το ασθενοφόρο, αλλά ήξερα ότι κανένας δεν μπορούσε να με βοηθήσει…τους άκουγα να φωνάζουν , άκουγα το μωρό μου να κλαίει, ήξερα ότι μέχρι να έρθει το ασθενοφόρο θα ήταν αργά…
Ένιωθα αβοήθητη…ένιωθα μόνη μου…Όσο κι αν προσπάθησαν να με βοηθήσουν , εγώ ήμουν απλά εκεί μπροστά τους μόνη μου, να αγωνιώ , να πνίγομαι, να νιώθω ότι φεύγω…(δεν ήθελα να φύγω…)
Σκεφτόμουν το μωράκι μου…σκεφτόμουν ότι ήμουν πολύ νέα…σκεφτόμουν πόσο θα στενοχωρηθούν οι δικοί μου….
Δεν ξέρω πόση ώρα κράτησε, αλλά ο μπαμπάς μου ήρθε τρέχοντας από το κέντρο κι ήταν αρκετά μακριά…Αν του ‘λεγες να το κάνει ξανά δεν θα μπορούσε, κάπνιζε κιόλας, αλλά δες τι κάνει η αγωνία…
Μέσα λοιπόν στον πανικό μου, μέσα στην αγωνιώδη προσπάθεια μου να πάρω ακόμη μια αναπνοή και να κρατηθώ σ’αυτή την ζωή, στράφηκα εκεί που στρέφονται όλοι στο τέλος…
Εκεί που όταν τελειώνουν όλες οι ελπίδες, έχεις άλλη μία…εκεί που όταν τελειώνει όλος ο εγωισμός και η ατέρμονη προσπάθεια να πολεμήσεις, να γαντζωθείς , να μπήξεις τα νύχια σου βαθιά στην ύπαρξη σου…σου δίνει άλλη μια ευκαιρία…
Είπα απλά παραδίνομαι, κάνε ότι θέλεις Εσύ, αφήνομαι… κι ένιωσα μια απίστευτη γαλήνη…
Δεν ξέρω πως έγινε και πήρα την πρώτη βαθιά εισπνοή…κι ένιωσα ότι όλο το μέσα μου ήταν γδαρμένο ,ένιωσα να με καίει αλλά και να με δροσίζει.. ένιωσα ότι πήρα παράταση…ότι μου δόθηκε κι άλλος χρόνος…
Την υπόλοιπη μέρα , την πέρασα στο κρεββάτι.
Άρρωστη. Αλλά ζωντανή. Όχι επειδή αντιστάθηκα, αλλά επειδή παραδόθηκα. Επειδή παραδέχτηκα, δεν ξέρω τι να κάνω, αφήνομαι στα χέρια Σου…
Δεν θα σου πω στα χέρια ποιανού, βάλε εσύ όνομα, πες Τον , Σύμπαν, Ενέργεια, Πεδίο άπειρων πιθανοτήτων, Θεό, Δημιουργό όλων όσων υπάρχουν, βρες ένα όνομα που σου ταιριάζει κι αν δεν βρεις δεν πειράζει, είναι εδώ ακόμη και χωρίς όνομα, ακόμη κι αν δεν αναγνωρίζεις την παρουσία Του, ακόμη κι αν δεν πιστεύεις ότι Υπάρχει…
Το άλλο πρωί, βγήκα μια βόλτα…
Κι ήταν σαν να αντίκριζα πρώτη φορά τα πάντα!
Σαν να άνοιξα τα μάτια μου εκείνο το πρωινό!
Θυμάμαι πως μύριζε ο αέρας, πως ένιωθα σε κάθε εισπνοή…Θυμάμαι ότι χαιρόμουνα το κάθε μου βήμα, την κάθε ανάσα, την μυρωδιά από τα λουλούδια, τα δέντρα, ακόμη και τα κτίρια μου φαίνονταν όμορφα…Πρέπει να άκουγα κάτι σαν μουσική, γιατί τα πόδια μου ήθελαν να χορέψουν και η καρδιά μου να τραγουδήσει!
Έβλεπα τους άλλους ανθρώπους κι ένιωθα τόσο όμορφα που ήμουν εκεί μαζί τους, που θα έβλεπα το παιδί μου να μεγαλώνει, που ήξερα ότι υπάρχει λόγος που είμαι εδώ, που όταν κοιτάς μ’ άλλα μάτια, όλα είναι αλλιώς…
Υποσχέθηκα να μην ξεχάσω Ποτέ, την ευγνωμοσύνη που ένιωσα εκείνη την μέρα… Την ξέχασα…
Υποσχέθηκα να μην θεωρήσω ποτέ ξανά τίποτα δεδομένο…Το ξέχασα…
Ευχήθηκα να είναι κάθε μου μέρα έτσι…Δεν ήταν..
Πέρασα κι άλλα…Πιο σοβαρά, πιο τρομακτικά, άλλη φορά θα σου τα πω…
Μετά από κάθε περιπέτεια, θυμόμουν την υπόσχεση μου…την ξεχνούσα και πάλι…
Γιατί έτσι είναι η ζωή, έτσι είναι η ρουτίνα, ξεχνάς το σημαντικό, ξεχνάς την ίδια την ζωή και χάνεσαι στις λεπτομέρειες της.
Πολεμάς και αντιστέκεσαι σε κάθε τι που σου συμβαίνει, γιατί νομίζεις ότι μπορείς να το ελέγξεις. Θεωρείς ότι ο έλεγχος είναι στο χέρι σου και κάνεις τα πάντα να μην τον χάσεις. Και φοβάσαι να μην τον χάσεις…
Αλλά δεν τον είχες ποτέ…Δεν μπορείς να χάσεις κάτι που δεν έχεις…
Ξεχνάς να αφήνεσαι, να εμπιστεύεσαι και να πιστεύεις…
Βλέπεις τον ιό, σαν τιμωρία, θυμώνεις, πονάς, κλαις, βρίζεις, πανικοβάλλεσαι, τραβάς και τους άλλους σ’αυτό… Έχεις χάσει τον έλεγχο…
Μέσα σε λίγες μέρες, όχι απλά διαιρεθήκαμε (κατά το διαίρει και βασίλευε), κατακερματιστήκαμε! Έγινες βασιλικότερος του βασιλέως, δικάζεις, ρίχνεις ποινές, απειλείς…
Ψάχνεις για φταίχτες και τους βρίσκεις!
Μπορεί να είναι κίτρινοι, μαύροι, άσπροι, μπορεί να είναι ο διπλανός σου, που δεν κάθεται σπίτι (αφού το λένε όλοι), μπορεί να είναι η γιαγιά στην εκκλησία (γιατί δεν βλέπεις ότι κι αυτή κάνει το ίδιο πράγμα με σένα; Όταν την βομβαρδίζουν καθημερινά με ειδήσεις του τύπου ,οι ηλικιωμένοι κινδυνεύουν, οι γέροι πεθαίνουν κ.ο.κ δεν θα στραφεί κάπου για παρηγοριά;)
Δεν κλειδώθηκες μόνο στο σπίτι σου, κλείδωσες την καρδιά σου. Ξέχασες να ζεις… Ξέχασα…
Κλείσε την τηλεόραση, βάλε μουσική!
Βγες από την εμμονή να μάθεις πόσοι πέθαναν και ψάξε αν θέλεις, πόσοι έγιναν καλά! Άσε τα φανταστικά σενάρια, του τύπου θα νοσήσουν τόσοι μέχρι τον Απρίλιο, θα πεθάνουν τόσοι, είναι μια πιθανότητα ναι, αλλά ζούμε στο πεδίο των άπειρων πιθανοτήτων κι εσύ θα πιστέψεις στο χειρότερο σενάριο; Αυτό θέλεις για την ζωή σου; Κι αφού πιστεύεις ότι έχεις τον έλεγχο, γιατί τον αφήνεις σ’ αυτούς που σε προετοιμάζουν για τις μαύρες μέρες; Γιατί δεν φτιάχνεις εσύ ένα σενάριο; Το δικό σου; Γιατί δεν δημιουργείς έναν κόσμο με αγάπη; Όχι στα λόγια…..
Κλείσε όμως την τηλεόραση. Την επόμενη φορά που θα διαβάσεις ένα τρομακτικό post, σκέψου σε ποιον θα κάνει καλό αυτό; Το μοιράζεσαι πράγματι για να βοηθήσεις τους άλλους; Ή μήπως είναι η δική σου ανάγκη, να διατηρήσεις τον φόβο, γιατί έτσι νιώθεις οικεία; Τρομολαγνεία το λένε θαρρώ… Γιατί απλά θεωρείς ότι πρέπει να διαλέξεις πλευρά, γιατί θεωρείς ότι πρέπει όλοι να τρομάξουν. Διαβάζω απίστευτα άσχημα σχόλια, γεμάτα κακία από τρομοκρατημένους ανθρώπους….Που θέλουν να φάνε τους συνανθρώπους τους…ή όπως διατείνονται να τους συνετίσουν…
Φυσικά και φοβήθηκα…
Στην αρχή το είδα σαν μια ακόμη είδηση. Ένιωσα φόβο την μέρα που βγήκε η απόφαση να κλείσουν τα γυμναστήρια. Άφησα τον εαυτό μου να βουλιάξει στον φόβο! Έγραψα με τον νου μου, το χειρότερο σενάριο που μπορεί να συμβεί. Ένιωσα άπειρη θλίψη για το ότι το παιδί μου είναι μακριά, η μαμά μου είναι μακριά, η θεία μου επίσης…Το έκανα ακόμη χειρότερο στην συνέχεια, είδα ότι έπεσαν τα σύνορα, είδα φτώχεια, βιασμούς, θανάτους, πόνο, εξαθλίωση, πείνα, απελπισία, οδύνη, κλάμα, σπαραγμό….κι έπειτα αντιλήφθηκα ότι όλο αυτό είναι ήδη εδώ. Δεν είναι κάτι που ΘΑ έρθει. Είναι ήδη εδώ, συμβαίνει, ίσως όχι σε σένα και σε μένα (ίσως παλιά, σε κάποια άλλη ζωή), αλλά συμβαίνει!
Πόσος κόσμος υποφέρει καθημερινά, πονάει, πεινάει, βασανίζεται, βιάζεται, δολοφονείται, πόσα ζώα υποφέρουν, πόσο καταστρέφεται η φύση, πόσο πονάει, πόσο πονάει, πόσο πονάει…..
Κι εγώ το κρατάω εδώ! Στρέφω όλη μου την προσοχή σ’αυτό που φοβάμαι ότι θα συμβεί και συμβαίνει!
Ξέρω, σκέφτεσαι τι μαλακίες είναι αυτές; Κι αν σου μιλήσω για τον νόμο της έλξης, πιθανότατα θα σταματήσεις να με διαβάζεις… (αν δεν σταμάτησες από την στιγμή που ανέφερα τον Σύριζα…😂).
Αντιλαμβάνομαι ότι το πρόγραμμα μέσα στο μυαλό σου είναι πιο δυνατό απ’ το ίδιο το μυαλό σου. Θέλω όμως να θυμηθείς μια στιγμή που φοβόσουν κάτι πάρα πολύ (όπως τώρα) και το σκεφτόσουν πολύ έντονα και όλη την ώρα. Και θέλω να θυμηθείς την στιγμή που συνέβη. Όταν δικαιώθηκες που φοβόσουν. Όταν είπες μέσα σου, είδες έγινε όπως ακριβώς το φοβόμουν…
Και σκέψου κι άλλη μια στιγμή, που ήθελες κάτι πάρα πολύ και το ονειρευόσουνα και είχες αυτή την γλυκιά προσδοκία και σκεφτόσουν πόσο όμορφα θα νιώσεις όταν θα συμβεί. Σκέψου πως ένιωσες όταν συνέβη…
ΑΦΕΣΟΥ ΑΠΛΑ ΚΑΙ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕ ΓΙΑ ΛΙΓΟ… ΒΓΕΣ ΕΞΩ ΑΠΟ ΤΗΝ ΤΡΕΛΑ ΓΙΑ ΝΑ ΜΠΟΡΕΣΕΙΣ ΝΑ ΤΗΝ ΔΕΙΣ…
Κι εδώ θα σου πω μια παραβολή, που μου είχε πει ο πρώτος δάσκαλος μου στη γιόγκα, ο Χάρης, καλή του ώρα….
Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένας καλός άνθρωπος, που ταξίδευε στην έρημο. Για κάποιο λόγο που δεν θυμάμαι, αλλά δεν έχει και σημασία, έχασε τον δρόμο του. Με αποτέλεσμα να του τελειώσει το νερό. Κάθιδρος και κατάκοπος , άρχισε να ονειρεύεται ότι έφτανε σε μια όαση, από κείνες τις πανέμορφες που βλέπουμε στις φωτογραφίες (και που είχα κι εγώ την τύχη να δω σ’ένα ταξίδι μου στην Τυνησία) . Στην μέση του πουθενά, στην μέση του τίποτα, ξαφνικά, ψηλοί φοίνικες που χαρίζουν απίστευτη δροσιά, γάργαρα νερά, καταπράσινο γρασίδι , σαν να ακούμπησε το χέρι του ο Θεός…
Ονειρευόταν την στιγμή που έπινε το νερό, το πώς κατρακυλούσε στον οισοφάγο του, πως έσβηνε την δίψα του, πως κυλούσαν οι σταγόνες στο πρόσωπο του…Ζούσε για την στιγμή που θα ξάπλωνε κάτω από την παχιά σκιά και θα άφηνε το απαλό αεράκι να αγγίξει την επιδερμίδα του…
Ήταν ήδη εκεί, πριν φτάσει… Μέσα στο νου του, ήταν ήδη εκεί. Λίγο μετά την είδε την όαση και με τα φυσικά του μάτια!
Δάκρυα ευγνωμοσύνης μπερδεύτηκαν με τον ιδρώτα και σχημάτισαν αυλάκια στο κατασκονισμένο πρόσωπο του. Ήπιε όσο μπορούσε, πλύθηκε, ξάπλωσε χαρούμενος κάτω από την σκιά, ευχαρίστησε την καλή του τύχη, ένιωσε ευλογημένος, ευχαρίστησε τον Θεό του…
Κάπως έτσι τον βρήκε το βράδυ να χαζεύει την μαγεία του άπειρου, ξάστερου ουρανού…
Μια σκέψη πέρασε από το μυαλό του λίγο πριν κοιμηθεί…κι αν το βράδυ που κοιμάται, έρθουν άγρια θηρία και τον φάνε;
Αποκοιμήθηκε…
Και ήρθαν άγρια θηρία και τον φάγανε…
Αυτό το χάπι το είχα πάρει κι εγώ και όλο το βράδυ ένιωθα πως γινόταν κάτι σαν σεισμός στον εγκέφαλό μου…Τραγική εμπειρία…Θα τα έκανα αλλιώς όλα τώρα…